"Δάκρυα της άκαρπης
μα αγαπημένης γης
τα λιανολίθαρα"
Γιώργος Ναστόπουλος

Τα Λιανολίθαρα



Λίγα λόγια για τα "Λιανολίθαρα":

Δεν είμαι φιλόλογος για να κάνω επιστημονική κριτική, αλλά θα κάνω μια προσπάθεια να σας περιγράψω το έργο του. Παρακαλώ όμως να με  κρίνετε με επιείκεια:



Με τον τίτλο αυτό θέλησε να ονομάσει όλα τα έργα του,  ποιήματα κυρίως και πολύ λίγα πεζά.
Συγκέντρωσε όλα λοιπόν τα σκόρπια ποιήματα ή πεζά σε ένα ιδιόχειρο τετράδιο που θεώρησα σκόπιμο να παραθέσω και την φωτοτυπία της,επίσης, ώστε να αποκτήσει περισσότερη αμεσότητα. 
Άρχισε να γράφει σχεδόν από μαθητής, αλλά μετέπειτα δεν έγραψε για μεγάλο χρονικό διάστημα τίποτα. Το μεγάλο μέρος των κειμένων του τα έγραψε μετά τη συνταξιοδότησή του. Ουσιαστικά καλύπτουν μια περίοδο από το 1939 μέχρι το 1990, με το μεγάλο μέρος των κειμένων του να εντοπίζεται στην περίοδο από το 1981 μέχρι το 1990. Μετά δεν έγραψε σχεδόν τίποτε.
Έμπνευσή του ήταν η βησσανιώτικη φύση που υπεραγαπούσε. Ακόμη, επεισόδια από την καθημερινή ζωή στην παιδική του ηλικία, που σκιαγραφούν εικόνες εκείνης της εποχής, πρόσωπα και πράγματα μιας ζωής ανέμελης, άδολης και καθάριας. Τύποι χαρακτηριστικοί, αλλά και προσωπικοί του φίλοι αποτελούν τον καμβά πάνω στους οποίους χτίζει ένα ποίημα ή έστω ένα στιχοπλόκι. Θέλει μ' αυτό να διαιωνίσει τη μνήμη τους, αλλά και να εκφράσει συνάμα μια αφόρητη νοσταλγία μιας ιδανικής γι' αυτόν και για πάντα χαμένης παιδικής και νεανικής ηλικίας, αλλά και μιας ολόκληρης εποχής της ζωής του χωριού. Παρελαύνουν σ' αυτόν καταστάσεις κωμικές ή τραγικές, με παιχνιώδη διάθεση και χιούμορ. Είναι όμως διακριτικός, ώστε να μην προσβάλλει κανέναν από τους τύπους που περιγράφει, οι περισσότεροι από τους οποίους τότε ήταν στη ζωή.
Συγκινείται έντονα από γεγονότα του τόπου που σημάδεψαν και τον ίδιο, όπως ο πόλεμος, η Αντίσταση, το Πολυτεχνείο, γεγονότα που έρχονταν σε σύγκρουση με τον αξιακό του κώδικα, αυτού του δημοκράτη, που απεχθάνεται το φασισμό, θέλοντας να τιμήσει τους νεκρούς ήρωες. Θέλει να υπερασπιστεί τις επιλογές της γενιάς του και τον πατριωτισμό της και σ' αυτό δεν δέχεται καμία έκπτωση. Θρηνεί όμως όταν για τη χαμένη νιότη  της γενιάς του και τις διαψευσμένες ελπίδες της.
Μια τρίτη κατηγορία ποιημάτων είναι εκείνα που διακατέχονται από βαθύτερα, αλλά πανανθρώπινα αισθήματα, όπως το υπαρξιακό άγχος, το αδήριτο τέλος και τη ματαιότητα των ανθρώπινων, ίσως από μια εσωτερική ανάγκη να εκφράσει και τα δικά του συναισθήματα, πράγμα που δεν το έκανε ποτέ προφορικά σε συζητήσεις και συνομιλίες.
Μια τελευταία κατηγορία κειμένων είναι εκείνα που εκφράζουν τη θρησκευτική του πίστη, πραγματική επίσης και χωρίς συμβιβασμούς. Θα τον χαρακτήριζε κανείς συντηρητικό, αλλά στην πραγματικότητα δεν ήταν, αφού πάρα πολλές φορές έκανε υπερβάσεις. Εξιδανικεύει τα ανθρώπινα αισθήματα σε μια πλατωνική σφαίρα. Στον έρωτα για παράδειγμα εκφράζει τα πιο τρυφερά του ποιήματα: Ένα καθάριο αγνό συναίσθημα, αιώνιο, άφθαρτο, αδιάφθορο και τίμιο, αδιαπραγμάτευτο.
Μορφολογικά τα ποιήματά του κυρίως είναι ομοιοκατάληκτα. Ιδιαίτερα εκείνα που έχουν αφηγηματικό χαρακτήρα, που θα μπορούσε να τα κατατάξει κανείς σε απλά στιχοπλόκια αφηγηματικού χαρακτήρα. Κι όμως μέσα από αυτά τα απλά ποιήματα, αν τα δει κανείς συνολικά, προσφέρονται άφθονα λαογραφικά στοιχεία, μιας ζωής για πάντα χαμένης στο παρελθόν. Θρηνεί όμως για την παρακμή του χωριού, την εγκατάλειψη του που υπέκυψε στο κύμα αστυφιλίας, όπως και ο ίδιος (όπως στο "Θρήνος στ' αμπέλι"). Ένα μόνο ποίημα αναφέρεται στο επάγγελμά του, παρ' όλη την προσωπική αφοσίωση του στο καθήκον ("Η καρδιά του τηλεγραφητή").
Στα ποιήματα που δεν τον απασχολεί η ρίμα ή τουλάχιστον σε αρκετά απ' αυτά είναι στα φιλοσοφικού περιεχομένου ή μεταφυσικής αγωνίας. Εκεί, σαν ολ' αυτά να είναι γι' αυτόν περιττά, πάει κατευθείαν στο θέμα του ποιήματος. Θα χαρακτήριζα αυτά τα ποιήματα σαν εκφράσεις μιας βαθιάς απελπισίας για το αδήριτο τέλος, από το οποίο, ούτε ο ίδιος, ούτε κανείς βέβαια μπορεί να ξεφύγει.  Εκφράζει έτσι την προσωπική του κοσμοαντίληψη σε ποιήματα γεμάτα αλήθεια. Η μόνη ελπίδα του είναι η καταφυγή στην μεταφυσική της θρησκείας.
Σχετικά με τη γλώσσα των κειμένων λίγα λόγια: Χρησιμοποιεί βέβαια τη δημοτική, αλλά συνειδητά χρησιμοποιεί ιδιωματικές λέξεις του βησσανιώτικου και γενικότερα πωγωνήσιου ιδιώματος, με λόγο προφορικό, ο οποίος όμως δε μπορεί να εκφραστεί γραπτά, γιατί η φωνητική και ο τρόπος εκφοράς μπορεί να ακουστεί μόνο, δεν αποδίδεται με πιστότητα στο γραπτό λόγο. Μόνον ένας Πωγωνήσιος μπορεί να προφέρει  εύκολα τα επιφωνήματα, τους ιδιωματισμούς με το σωστό τρόπο. Η “συρτή” φωνή, αλλά και το ότι στο Πωγώνι δεν κόβουν τα φωνήεντα, όπως σε άλλες περιοχές της Ηπείρου είναι μοναδικά για βορειοελλαδίτικη διάλεκτο, ίσως μόνο σε περιοχές κοντά στα Αλβανικά σύνορα της Θεσπρωτίας και στη Βόρειο Ήπειρο να είναι παρόμοια, όπως και η χρήση αρχαιοελληνικών λέξεων, που σώθηκαν ίδιες ή παρεφθαρμένες μέσα από τους αιώνες.
Έχοντας μαθητεύσει σε υψηλής ποιότητας Γυμνάσια, Ημιγυμνάσιο Βήσσανης, Γυμνάσιο Πωγωνιανής και την παλιά Ζωσιμαία Σχολή με λαμπρούς δασκάλους χειρίζεται καλά τη γλώσσα και χρησιμοποιεί σε πολλά ποιήματα λόγιες λέξεις, χωρίς καν να έχει, όσο γνωρίζω, χρησιμοποιήσει ποτέ κανένα λεξικό. Βέβαια σ' αυτά τα ποιήματα ίσως η ποίηση του να είναι "τεχνητή", αλλά σίγουρα τα αισθήματα που την εμπνέουν είναι γνήσια.
Πολλά ποιήματα και τα λίγα πεζά έχουν κατά καιρούς δημοσιευτεί στη εφημερίδα "Βήσσανη" της Αδελφότητας Βησσανιωτών "Η Αρετή", ενώ ένα απαγγέλθηκε στην επέτειο των 50 χρόνων από το 1940 στο παλιό σχολείο της Βήσσανης στις 28 Οκτωβρίου 1990 σε ακροατήριο χωριανών ("Η μάχη της Βήσσανης"), που είναι και το τελευταίο του, ενώ άλλο ένα (“Ντολιά”) στο πανηγύρι του Ωραιοκάστρου (Λαχανοκάστρου) Πωγωνίου. Ολοκληρωμένο το έργο του δεν εκδόθηκε ποτέ.
Στη μεταγραφή χρησιμοποίησα το μονοτονικό, παρόλο που ο ίδιος δεν το χρησιμοποιούσε, όμως διατήρησα την ορθογραφία του αρχικού ποιήματος, όπως μπορείτε να δείτε και από το χειρόγραφο.
Δε γνωρίζω τη λογοτεχνική του αξία, αφού δεν είμαι ειδικός. Είναι όμως ένα έντιμο ειλικρινές έργο ενός έντιμου ειλικρινούς ανθρώπου, χωρίς σχεδόν να θέλει να δημοσιευτεί, παρά μόνο σαν προσφορά προς το αγαπημένο του χωριό και τους συμπατριώτες του, να θυμούνται και να συγκινούνται, εξ άλλου δεν μου το ζήτησε ο ίδιος ποτέ, ούτε το επιχείρησε συνολικά ο ίδιος όσο ζούσε. Θα χαιρόταν σίγουρα, αν ζούσε ξανα, να βλέπει νέα παιδιά να γεμίζουν το χωριό στο πανηγύρι ("χορό, χορό!", όπως γράφει σ' ένα ποίημα), κι ακόμα καλύτερα να βρει ξανά την αίγλη και την ακμή που αξίζει η Ιστορία του. 


Γιατί δημοσίευσα τα "Λιανολίθαρα":

Υπήρχαν πολλές σκέψεις για την τύχη του έργου του πατέρα μου. Η αρχική ήταν να εκδοθούν σε τομίδιο. Πολλά ποιήματα και τα λίγα πεζά έχουν κατά καιρούς δημοσιευτεί στη εφημερίδα "Βήσσανη" της Αδελφότητας Βησσανιωτών "Η Αρετή", ενώ ένα απαγγέλθηκε στην επέτειο των 50 χρόνων από το 1940 στο παλιό σχολείο της Βήσσανης στις 28 Οκτωβρίου 1990 σε ακροατήριο χωριανών ("Η μάχη της Βήσσανης"), που είναι και το τελευταίο του. Ολοκληρωμένο το έργο του δεν εκδόθηκε ποτέ.
Η σταδιακά αποκτημένη εξοικείωση με τις Νέες Τεχνολογίες, αλλά και η θέλησή μου να μη ξεχαστεί το έργο του πατέρα μου με έκαναν να αποφασίσω να τα δημοσιεύσω, αρκετά χρόνια μετά το θάνατό του, τώρα πια που όλες αυτές οι καταστάσεις και ίσως όλα τα πρόσωπα ανήκουν πια στο παρελθόν.
Ενα άλλο κίνητρο ήταν η ζήτηση πολλών Βησσανιωτών να μάθουν για το χωριό τους, όπως δείχνει και η συμμετοχή σε αντίστοιχη σελίδα  Vissani Hills στο Facebook του εκλεκτού συμπατριώτη μου Ηρακλή Κιτσώνα και ιδιαίτερα της νέας γενιάς.
Τέλος ο χρόνος, που πέρασε με κάνει να νοσταλγώ τις στιγμές με τον πατέρα μου, εξ άλλου οι περισσότεροι οφείλουμε τα περισσότερα απ' αυτά που είμαστε στους γονείς μας. Η απόσταση επίσης με κάνει αντικειμενικότερο, παρόλο που ο πόνος της απώλειας πάντα υπάρχει.
Σε έντυπη μορφή επιφυλάσσομαι να το κάνω στο μέλλον, να είμαστε καλά. Τουλάχιστον όμως το έργο σ' αυτή τη μορφή θα υπάρχει στον αιώνα τον άπαντα στη συλλογική μνήμη. Το οφείλω στη μνήμη του.
Επιφυλάσσομαι να δημοσιεύσω ο,τι δεν έχει περιληφθεί στο τετράδιο του, εφόσον ίσως βρω και άλλα κείμενα που δεν έχουν δει το φως της δημοσιότητας ή δεν γνωρίζω.
Στέργιος Γεωργίου Ναστόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παράκληση τα σχόλια να σέβονται τη μνήμη ενός ανθρώπου δεν μπορεί πια να απαντήσει ο ίδιος: