"Δάκρυα της άκαρπης
μα αγαπημένης γης
τα λιανολίθαρα"
Γιώργος Ναστόπουλος

Για το συγγραφέα



ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ:

Δεν είμαι κριτικός λογοτεχνίας με ειδικές γνώσεις, ούτε είναι εύκολο να γράψει κανείς για τον πατέρα του χωρίς να υπάρχει το στοιχείο της υποκειμενικότητας γιαυτό κρίνετε με με επιείκεια:

Ο Γιώργος Ναστόπουλος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 20 Ιανουαρίου 1921. Ο πατέρας του Στέργιος (1887-1942) με προέλευση από το Δολό Πωγωνίου, ήταν παντρεμένος στη Βήσσανη Πωγωνίου με τη Βησσανιώτισσα Μάρθα Γάτση (1890-1969) και είχε αποκτήσει άλλο ένα παιδί, την Αικατερίνη Ναστοπούλου (1913-1935). Ο Στέργιος Ναστόπουλος διατηρούσε στην Πόλη κρεοπωλείο και έζησε, όπως όλοι σχεδόν οι Βησσανιώτες τότε, στα ξένα το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Ο Γιώργος Ναστόπουλος γύρισε μαζί με την μητέρα του και την αδερφή του στη Βήσσανη σε ηλικία 3 χρονών.
Στη Βήσσανη τελείωσε το Δημοτικό και το τότε Ημιγυμνάσιο που λειτουργούσε στο ακμάζον τότε και πολυάνθρωπο χωριό. Στη συνέχεια, το 1935 συνέχισε για ένα χρόνο στο μοναδικό τότε στο Πωγώνι Γυμνάσιο της Βοστίνας (η σημερινή Πωγωνιανή) και τελικά περάτωσε τις γυμνασιακές του σπουδές στα Γιάννενα, όπου διέμενε μόνος του το 1939, στην περίφημη πάντα Ζωσιμαία Σχολή. Αποφάσισε να σπουδάσει Χημικός και μετέβη στην Αθήνα οπου γράφτηκε στη Σχολή, αλλά δεν μπόρεσε ποτέ να τελειώσει, γιατί ήρθε ο Πόλεμος το 1940 και αναγκάστηκε να επιστρέψει στο χωριό του, αφού τον επόμενο χρόνο πέθανε ο πατέρας του και η οικογένεια, αυτός και η μητέρα του, δεν είχαν κανένα πόρο διαβίωσης πια. Στην Αθήνα έζησε από κοντά το μεγαλειώδες ξέσπασμα του Ελληνικού λαού του ΟΧΙ, τις διαδηλώσεις και τις φλογισμένες μέρες της επιστράτευσης και της επιβίβασης για το μέτωπο των φαντάρων μας "
με το χαμόγελο στα χείλη". Η οικογένεια υπέφερε από πραγματική φτώχεια σ' όλη τη διάρκεια της Κατοχής και μετέπειτα, όπως και όλος σχεδόν ο Ελληνικός Λαός.
Στην Κατοχή συμμε
τείχε στην Εθνική Αντίσταση σαν μέλος της Ε.Π.Ο.Ν. Στα πλαίσια αυτής της αντιστασιακής της δράσης μαζί με άλλους συμμετείχε και έπαιζε σαν ηθοποιός στην παρουσίαση Πατριωτικών θεατρικών έργων (κυρίως του Βασίλη Ρώτα αλλά και άλλων) για την ανύψωση του Εθνικού φρονήματος του χειμαζόμενου σκληρά Ελληνικού λαού, γυρνώντας σα τα παλιά θεατρικά “μπουλούκια” τα χωριά του Πωγωνίου με το φόβο πάντα του κατακτητή. Μια δραστηριότητα που δεν έχει προβληθεί όσο θα έπρεπε στην Ιστορία της Αντίστασης στο Πωγώνι. Σ'ένα ποίημα του (“Το Πέρασμα”) περιγράφει  μια τέτοια αποστολή αγγελιαφόρου-συνδέσμου της Ε.Π.Ο.Ν., όπου βρέθηκε καταπρόσωπο με Ιταλική φάλαγγα  στο δρόμο του για μεταφορά μηνύματος στην Αρίστη Ζαγορίου, όταν και κινδύνευσε πραγματικά.
Η Εθνική Αντίσταση και το μεγαλείο της, οι προσδοκίες που αυτή  ενέπνευσε στους Ελληνες, αλλά και η Απελευθέρωση μετά,  σημάδεψε για πάντα τη ζωή του νεαρού τότε Γιώργου Ναστόπουλου, ώστε να τη
συμμετοχή του αυτή να τη θεωρεί ως το μεγαλύτερο κατόρθωμα της ζωής του, αν και σπάνια αναφέρονταν σ' αυτή στις οικογενειακές μας συνομιλίες.
Στα 1947 έγινε δεκτός στη Σχολή Τ.Τ.Τ. και αποφοίτησε σαν υπάλληλός τους μετά 1 χρόνο.
Άρχισε να εργάζεται στα Τ.Τ.Τ. (μετέπειτα Ταχυδρομεία και Ο.Τ.Ε.) στη Βήσσανη, στην Ηγουμενίτσα και στη Μόλιστα Κόνιτσας, για μικρά χρονικά διαστήματα, μέσα στη δίνη του ολέθριου για τη χώρα Εμφυλίου Πολέμου. Κατέληξε στη Κόνιτσα. Εκεί παντρεύτηκε τη μητέρα μου Αφροδίτη Λάβαρη (1927-1999), το 1948, από το Λαχανόκαστρο Πωγωνίου (σημ. Ωραιόκαστρο) και απέκτησε δύο παιδιά, εμένα και την Κατερίνα Ναστοπούλου-Σιάτρα. Μετά υπηρέτησε στα 1950 στον Ελληνικό Στρατό για 1 χρόνο, σαν μόνος προστάτης χήρας μητέρας. Δεν συμμετείχε έτσι στον Εμφύλιο, ούτε από τη μια μεριά, ούτε από την άλλη, ευτυχώς γι' αυτόν, αφού θεωρούνταν "χαρακτηρισμένος" σαν αριστερός, αν και ποτέ ο ίδιος δεν είχε ενταχθεί σε κανένα κόμμα, ούτε ποτέ στη ζωή του ήθελε να εκφράζεται κομματικά.
Μετά την αφυπηρέτησή του υπηρέτησε στον νεοδημιουργημένο Ο.Τ.Ε. στη Κόνιτσα,
μια πόλη καθημαγμένη που προσπαθούσε να ορθοποδήσει, αφού βρίσκονταν κοντά στις επιχειρήσεις του Εμφυλίου, μέχρι το 1959 όπου εργαζόνταν σκληρά μέχρι αργά το βράδυ κρατώντας μόνος την ευθύνη του εκεί τηλεγραφείου. οπότε ζήτησε να μετατεθεί στα Γιάννενα. Συνταξιοδοτήθηκε από τον Ο.Τ.Ε., όπου έφτασε στο βαθμό Τμηματάρχη Α' στα 1979 στα Γιάννενα. Κράτησε για πάντα στη καρδιά του τους φίλους και συναδέλφους που απέκτησε σ' όλη του αυτή τη περίοδο της ζωής του, ακόμα και μετά την αφυπηρέτησή του.
Απεβίωσε στα Γιάννενα στις 24 Αυγούστου 1998 από πνευμονική εμβολή και κηδεύτηκε την επόμενη στον Αη-Γιώργη της αγαπημένης του Βήσσανης.



Λίγα λόγια για το χαρακτήρα του:


Ο Γιώργος Ναστόπουλος ήταν πάντα αγαπητός στους συναδέλφους, τους φίλους και τους χωριανούς του. Λιγομίλητος, θεωρούνταν από όσους δεν τον ήξεραν ως άνθρωπος "βαρύς" και "ακατάδεχτος", όμως στους φίλους του και δικούς του ανθρώπους ήταν ακριβώς το αντίθετο. Πάντα όμως είχε συναίσθηση των ορίων της ευπρέπειας από την οποία ποτέ δεν ξέφευγε. Τυπικός στις υπηρεσιακές του σχέσεις, δεν δίσταζε να θυσιάζει ακόμα και το προσωπικό του ή οικογενειακό του συμφέρον για το κοινό καλό.
Ήπιος και γλυκομίλητος, δεν θύμωνε σχεδόν ποτέ, ούτε αντιπαρατίθονταν, ακόμα κι αν είχε δίκιο. Ευαίσθητος, πληγώνονταν εύκολα, αλλά ποτέ δεν εξέφραζε τα συναισθήματά του, ακόμα και στους δικούς του ανθρώπους.
Αγαπούσε υπερβολικά το χωριό του, τη Βήσσανη. Σ' αυτή εξ άλλου είναι αφιερωμένο μεγάλο μέρος από το έργο του. Του άρεσε να αφηγείται ή να ακούει παλιές ιστορίες από την ζωή στο χωριό μαζί με τους φίλους του κάτω από τον Πλάτανο της τα καλοκαίρια, όποτε είχε άδεια ή μετέπειτα που συνταξιοδοτήθηκε.
Διακατέχονταν πάντα από ένα αίσθημα δικαίου, που στηρίζονταν στην βαθειά του θρησκευτική πίστη. Του άρεσε να πηγαίνει στην Εκκλησία στο χωριό ή στα Γιάννενα, στο Αρχιμαντρειό, όπου πήγαινε ν' ακούσει Βυζαντινούς ύμνους σχεδόν κάθε Κυριακή και στις μεγάλες γιορτές της Εκκλησίας. Έψελνε ερασιτεχνικά, συμμετέχοντας στη χορωδία της Εκκλησίας στο χωριό και στα Γιάννενα.
Καλλιτεχνική φύση, συμμετείχε πάντα ερασιτεχνικά σε ποικίλες καλλιτεχνικές δραστηριότητες. Να σημειώσουμε οτι η Βήσσανη προπολεμικά είχε αναπτύξει σχεδόν αστικό πολιτισμό, που μετέφεραν από τα μεγάλα αστικά κέντρα, την Πόλη και την Αθήνα, οι ξενητεμένοι,  διοργανώνονταν εκδηλώσεις θεατρικές, μουσικές με ευρωπαϊκή μουσική, χοροεσπερίδες, ενώ δεν έλειπε ακόμα και το γραμμόφωνο με δίσκους των επιτυχιών της εποχής του ελαφρού τραγουδιού της εποχής, οι ευρωπαϊκοί χοροί της μόδας τότε, παράλληλα με τα παραδοσιακά γλέντια στις μεγάλες θρησκευτικές γιορτές στο χοροστάσι στο κέντρο του χωριού και στο Μοναστήρι (Μονή Αβελ) ή τα πολλά της ξωκλήσια. Ακόμα και ισχυρή για την εποχή ποδοσφαιρική ομάδα διέθετε, παρ όλη την έλλειψη μέσων, παίζοντας με ιστορικές ομάδες της πόλης των Ιωαννίνων ή των γύρω χωριών, όπου έπαιζε και ο ίδιος στην ομάδα σαν νέος, για την οποία συμμετοχή του αυτή ήταν πάντα περήφανος. Μέσα σ' αυτό το κλίμα ασχολήθηκε με το θέατρο στην Αντίσταση, αλλά και πέραν απ' αυτή σαν ηθοποιός . Σχεδόν μόνος του έμαθε κιθάρα, με μικρή βοήθεια από τη σπουδαία δασκάλα μουσικής Ολγα Μέντζου, που ήταν και θεία του. Όντας καλλίφωνος, ήταν περιζήτητος στις νεανικές παρέες προπολεμικά και μετέπειτα παίζοντας καντάδες της εποχής και τραγουδώντας. Ζωγράφιζε επίσης ερασιτεχνικά. Έγραψε μόνο τα έργα που παραθέσαμε, ενώ είχε στα σκαριά αρκετά σχεδιάσματα.

Στέργιος Γεωργίου Ναστόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παράκληση τα σχόλια να σέβονται τη μνήμη ενός ανθρώπου δεν μπορεί πια να απαντήσει ο ίδιος: